bn:00024445n
Noun Concept
Categories: Ορυκτά του χαλκού, Οξείδια
EL
κυπρίτης  cuprite
EL
Μετάλλευμα που αποτελείται από χαλκούχο οξείδιο που είναι πηγή του χαλκού Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Μετάλλευμα που αποτελείται από χαλκούχο οξείδιο που είναι πηγή του χαλκού Greek Open Multilingual WordNet
Ο κυπρίτης Wikipedia
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
Wikidata
WordNet Translations
EL
Wikipedia Translations
EL