bn:00030773n
Noun Concept
Categories: Μονοκοτυλήδονα
EL
μονοκοτυλήδονα  μονοκοτυλήδονο  Λεπυρανθή  Μονοκότυλα  Μονοκότυλο
EL
Μονοκοτυλήδονο είναι το φυτό του οποίου ο σπόρος ή το έμβρυο έχει μόνο ένα εμβρυακό φύλλο ή κοτυληδόνα. Wikipedia
Definitions
Relations
Sources