bn:00034667n
Noun Concept
EL
πυροσβεστικός σταθμός  firehouse  αίθουσα φωτιά  πυροσβεστικό σταθμό  σπίτι φωτιά
EL
Ο σταθμός που στεγάζει τον πυροσβεστικό μηχανισμό και τους πυροσβέστες Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources