bn:00035361n
Noun Concept
Categories: Πρόσθετα τροφίμων, Άλευρα
EL
αλεύρι  Άλευρα  Άλευρο  Άλευρον  φαρίνα
EL
Λεπτή σκόνη που προέρχεται από το άλεσμα δημητριακών, συνήθως από το σιτάρι και που χρησιμοποιείται για την παρασκευή ψωμιού Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Λεπτή σκόνη που προέρχεται από το άλεσμα δημητριακών, συνήθως από το σιτάρι και που χρησιμοποιείται για την παρασκευή ψωμιού Greek Open Multilingual WordNet
Το αλεύρι είναι λεπτή σκόνη που δημιουργείται από το άλεσμα δημητριακών και άλλων αμυλούχων φυτών. Wikipedia
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
Wikidata
OmegaWiki
Wikipedia Redirections
WordNet Translations