bn:00080959n
Noun Concept
Categories: Σιτηρά, Τρόφιμα πρώτης ανάγκης, Αμυλούχοι καρποί, Ποοειδή
EL
σιτάρι  στάρι  σίτος
EL
Φυτό ποώδες, μονοετές, με ψηλό, ευλύγιστο και κούφιο βλαστό σαν καλάμι, φύλλα μακριά και κυλινδρικά που περιβάλλουν τον βλαστό, ενώ τα άνθη και οι καρποί τους σχηματίζουν σύνθετο στάχυ. Είναι η πρώτη ύλη για τη παρασκευή του ψωμιού Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Φυτό ποώδες, μονοετές, με ψηλό, ευλύγιστο και κούφιο βλαστό σαν καλάμι, φύλλα μακριά και κυλινδρικά που περιβάλλουν τον βλαστό, ενώ τα άνθη και οι καρποί τους σχηματίζουν σύνθετο στάχυ. Είναι η πρώτη ύλη για τη παρασκευή του ψωμιού Greek Open Multilingual WordNet
Το σιτάρι ή στάρι ή σίτος, είναι ένα φυτό που καλλιεργείται σε όλο τον κόσμο. Wikipedia
Γένος φυτών (για το σιτάρι είναι το Q15645384) Wikidata
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
Wikidata
OmegaWiki
Wikipedia Redirections
Wikidata Alias
Wikipedia Translations