bn:00035378n
Noun Concept
Categories: Άνθη, Μορφολογία φυτών
EL
άνθος  λουλούδι  ανθός  λουλούδια  άνθη
EL
Το φυτό που καλλιεργείται για τα άνθη του, τα λουλούδια του Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Το φυτό που καλλιεργείται για τα άνθη του, τα λουλούδια του Greek Open Multilingual WordNet
Το άνθος, κοινώς λουλούδι ή και ανθός αποτελεί το αναπαραγωγικό όργανο των αγγειόσπερμων φυτών ή των ανθοφύτων. Wikipedia
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
Wikidata
Wikidata Alias
Wikipedia Translations