bn:00059458n
Noun Concept
Categories: Ανατομία, Όργανα (βιολογία)
EL
όργανο  εσωτερικά όργανα  ζωτικό όργανο
EL
Καθένα από τα τμήματα του οργανισμού των ανθρώπων, των ζώων και των φυτών που επιτελεί ορισμένη λειτουργία Greek Open Multilingual WordNet
Greek:
ανατομία
βιολογία
Definitions
Relations
Sources
EL
Καθένα από τα τμήματα του οργανισμού των ανθρώπων, των ζώων και των φυτών που επιτελεί ορισμένη λειτουργία Greek Open Multilingual WordNet
Στη βιολογία, όργανο είναι ένα σύνολο ιστών που συγκροτούν δομική μονάδα και εκτελούν μια κοινή λειτουργία. Wikipedia
Ομάδα ιστών που ενώνονται σε μία δομική μονάδα που υπηρετεί κοινή λειτουργία Wikidata
Greek Open Multilingual WordNet
Wikidata
Wiktionary
OmegaWiki
Wikipedia Redirections