bn:00036821n
Noun Concept
Categories: Μαθηματικές συναρτήσεις, Θεωρία συνόλων, Στοιχειώδη μαθηματικά
EL
συνάρτηση  αντιστοίχηση  απεικόνιση  μαθηματική λειτουργία  μαθηματική συνάρτηση
EL
(μαθηματικά) η συνάρτηση όπου για το κάθε στοιχείο ενός συνόλου υπάρχει ένα μοναδικό στοιχείο ενός άλλου συνόλου Greek Open Multilingual WordNet
English:
math
mathematics
maths
set theory
Definitions
Relations
Sources
EL
(μαθηματικά) η συνάρτηση όπου για το κάθε στοιχείο ενός συνόλου υπάρχει ένα μοναδικό στοιχείο ενός άλλου συνόλου Greek Open Multilingual WordNet
Στα μαθηματικά, συνάρτηση, ή απεικόνιση είναι μια αντιστοίχιση μεταξύ δύο συνόλων, που καλούνται σύνολο ορισμού και σύνολο τιμών, κατά την οποία κάθε ένα στοιχείο του πεδίου ορισμού αντιστοιχίζεται σε ένα και μόνο στοιχείο του πεδίου τιμών. Wikipedia
Μαθηματική σχέση μεταξύ δύο συνόλων που αντιστοιχεί κάθε στοιχείο του πρώτου σε κάποιο στοιχείο του δεύτερου Wikidata