bn:00041935n
Noun Concept
EL
φιστικέλαιο  αραχιδέλαιο  φυστικέλαιο
EL
Λάδι που βγαίνει από τα φιστίκια Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Λάδι που βγαίνει από τα φιστίκια Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia Translations