bn:00043577n
Noun Concept
Categories: Αμυλούχοι καρποί, Σύνθετα, Καλλωπιστικά φυτά, Χλωρίδα της Βόρειας Αμερικής, Άνθη
EL
ηλίανθος  ήλιος  helianthus  ηλιοτρόπια  ηλιοτρόπιο
EL
Το φυτό ηλίανθος και το άνθος του Greek Open Multilingual WordNet
Greek:
βοτανική
Definitions
Relations
Sources
EL
Το φυτό ηλίανθος και το άνθος του Greek Open Multilingual WordNet
Ο ηλίανθος είναι γένος Αγγειόσπερμων Δικότυλων φυτών που ανήκει στην οικογένεια των Σύνθετων της τάξης των Αστερωδών. Wikipedia
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
Wikidata
OmegaWiki
Wikipedia Redirections
Wikidata Alias
WordNet Translations
Wikipedia Translations