bn:00051773n
Noun Concept
EL
δεξαμενή ανύψωσης σε διώρυγα  πύλη ελέγχου ροής  πύλη καναλιού  υδατοφράκτης  κλείδωμα του θαλάμου
EL
Μικρό τμήμα καναλιού ή ποταμού με πύλες, στις οποίες υπάρχει μηχανισμός που ελέγχει τη ροή του νερού που περνάει Greek Open Multilingual WordNet
English:
ship
river
canal
water transport
waterway
Definitions
Relations
Sources
EL
Μικρό τμήμα καναλιού ή ποταμού με πύλες, στις οποίες υπάρχει μηχανισμός που ελέγχει τη ροή του νερού που περνάει Greek Open Multilingual WordNet