bn:00058313n
Noun Concept
EL
καλόγρια  μοναχή  καλογριά  μητέρα  μοναχές
EL
Η γυναίκα που, θέλοντας να αφοσιωθεί στον θεό, παραμένει άγαμη και διάγει ασκητικό βίο εκτός των πλαισίων της κοινωνίας σε ειδική χριστιανική μοναστική κοινότητα ή και εντελώς μόνη Greek Open Multilingual WordNet
English:
religion
Definitions
Relations
Sources
EL
Η γυναίκα που, θέλοντας να αφοσιωθεί στον θεό, παραμένει άγαμη και διάγει ασκητικό βίο εκτός των πλαισίων της κοινωνίας σε ειδική χριστιανική μοναστική κοινότητα ή και εντελώς μόνη Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
Wikidata
Wikidata Alias
Wikipedia Translations