bn:00058899n
Noun Concept
EL
ελιά  ελαιόδενδρο  Olea europaea  ελαιόδεντρο
EL
Αιωνόβιο και αειθαλές δέντρο με στιλπνά ωοειδή φύλλα, κορμό συνήθως με γκρίζο, ξηρό φλοιό και καρπό ωοειδή, καλλιεργείται κυρίως στις μεσογειακές χώρες. Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Αιωνόβιο και αειθαλές δέντρο με στιλπνά ωοειδή φύλλα, κορμό συνήθως με γκρίζο, ξηρό φλοιό και καρπό ωοειδή, καλλιεργείται κυρίως στις μεσογειακές χώρες. Greek Open Multilingual WordNet
BabelNet
Greek Open Multilingual WordNet
OmegaWiki
WordNet Translations
Wikipedia Translations