bn:00038907n
Noun Concept
EL
δέντρα γένους Olea  Ελιά  olea  γένος olea
EL
Αειθαλή δέντρα και θάμνοι που έχουν λιπαρούς με ένα κουκούτσι καρπούς Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources