bn:00060940n
Noun Concept
Categories: Σάλτσες, Συστατικά τροφίμων
EL
άλειμμα  κρέμα  ντοματοπελτές  Πελτές  πολτός
EL
Ουσία ή μάζα μαλακή και υδαρής, χυλός, που επαλείφεται σε ψωμί ή κράκερς μπισκότα Greek Open Multilingual WordNet
English:
food
Definitions
Relations
Sources
EL
Ουσία ή μάζα μαλακή και υδαρής, χυλός, που επαλείφεται σε ψωμί ή κράκερς μπισκότα Greek Open Multilingual WordNet
Ο πελτές ή ντοματοπελτές είναι συστατικό που παρασκευάζεται από ντομάτες και χρησιμεύει στην μαγειρική. Wikipedia
Greek Open Multilingual WordNet
Wiktionary
Wikipedia Translations