bn:00062020n
Noun Concept
Categories: Τηλεπικοινωνιακός εξοπλισμός, Τηλεφωνία, Εξοπλισμός γραφείου
EL
τηλέφωνο  Τηλεφωνικό δίκτυο  σταθερής τηλεφωνίας  τηλέφωνα  τηλεφωνική συσκευή
EL
Συσκευή που επιτρέπει την προφορική συνδιάλεξη μεταξύ δύο προσώπων που βρίσκονται σε απόσταση μεταξύ τους, πάνω στην οποία υπάρχει πίνακας με αριθμητικά στοιχεία από το 0 μέχρι το 9 (με τα οποία σχηματίζει κανείς τον αριθμό κλήσεως της αντίστοιχης συσκευής του προσώπου με το οποίο επιθυμεί να συνομιλήσει), καθώς και υποδοχές από όπου ακούμε (ακουστικό) τον συνομιλητή και μιλούμε προς αυτόν Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Συσκευή που επιτρέπει την προφορική συνδιάλεξη μεταξύ δύο προσώπων που βρίσκονται σε απόσταση μεταξύ τους, πάνω στην οποία υπάρχει πίνακας με αριθμητικά στοιχεία από το 0 μέχρι το 9 (με τα οποία σχηματίζει κανείς τον αριθμό κλήσεως της αντίστοιχης συσκευής του προσώπου με το οποίο επιθυμεί να συνομιλήσει), καθώς και υποδοχές από όπου ακούμε (ακουστικό) τον συνομιλητή και μιλούμε προς αυτόν Greek Open Multilingual WordNet
Το τηλέφωνο είναι μία συσκευή συνδιάλεξης η οποία μεταφέρει τον ήχο μέσω ηλεκτρικών σημάτων. Wikipedia
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
Wikidata
OmegaWiki
Wikipedia Redirections