bn:00069408n
Noun Concept
Categories: Εργαλεία
EL
πριόνι  μουσικό πριόνι  τραγούδι είδε
EL
Χαλύβδινο οδοντωτό έλασμα που τίθεται σε παλινδρομική ή σε συνεχή κίνηση με τα χέρια ή με μηχανικά μέσα και που χρησιμοποιείται για την κοπή ξύλων, μετάλλων ή άλλων σκληρών αντικειμένων Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Χαλύβδινο οδοντωτό έλασμα που τίθεται σε παλινδρομική ή σε συνεχή κίνηση με τα χέρια ή με μηχανικά μέσα και που χρησιμοποιείται για την κοπή ξύλων, μετάλλων ή άλλων σκληρών αντικειμένων Greek Open Multilingual WordNet
Το πριόνι είναι ένα εργαλείο το οποίο χρησιμοποιείται για κοπή αντικειμένων και αποτελείται από μια οδοντωτή λάμα και λαβή. Wikipedia
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
Wikidata
Wiktionary