bn:00070910n
Noun Concept
EL
εργαλειομηχανή διάπλασης  μηχανή τροχίσματος  διαμορφωτής  μορφωτική μηχανή
EL
Μηχανή η οποία μπορεί να σχηματοποιήσει μέταλλο ή ξύλο Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Μηχανή η οποία μπορεί να σχηματοποιήσει μέταλλο ή ξύλο Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations
Wikipedia Translations