bn:00076915n
Noun Concept
Categories: Εργαλεία, Ραπτική
EL
δαχτυλήθρα  δαχτυλίθρα  δακτυλήθρα
EL
Η δαχτυλήθρα είναι ένα μικρό μεταλλικό ή πλαστικό εξάρτημα, σε σχήμα κυπέλλου, που φοριέται στην άκρη του δαχτύλου για να μπορεί αυτός που το χρησιμοποιεί να σπρώχνει βελόνα για ράψιμο, συνήθως με μικρές εσοχές στην επιφάνεια ώστε να μη γλιστράει η βελόνα. Wikipedia
Definitions
Relations
Sources
EL
Η δαχτυλήθρα είναι ένα μικρό μεταλλικό ή πλαστικό εξάρτημα, σε σχήμα κυπέλλου, που φοριέται στην άκρη του δαχτύλου για να μπορεί αυτός που το χρησιμοποιεί να σπρώχνει βελόνα για ράψιμο, συνήθως με μικρές εσοχές στην επιφάνεια ώστε να μη γλιστράει η βελόνα. Wikipedia
Wikipedia
Wikidata
OmegaWiki
Wikipedia Translations