bn:00080960n
Noun Concept
EL
σιτάρι
EL
Ο καρπός, ο σπόρος του φυτού, από τον οποίο, αφού αλεστεί, παράγεται το αλεύρι Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Ο καρπός, ο σπόρος του φυτού, από τον οποίο, αφού αλεστεί, παράγεται το αλεύρι Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet