bn:00081568n
Noun Concept
EL
δουλειά
EL
Η δραστηριότητα που καταβάλλεται για την επίτευξη κάποιου σκοπού. Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Η δραστηριότητα που καταβάλλεται για την επίτευξη κάποιου σκοπού. Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet