bn:00083900v
Verb Concept
EL
διακόπτω  τερματίζω πρόωρα
EL
Διακόπτω την ομαλή ροή κάποιου πράγματος Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
Links
EL
Διακόπτω την ομαλή ροή κάποιου πράγματος Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet