bn:00086934v
Verb Concept
EL
ανακαλύπτω  βρείτε
EL
Βρίσκω κάτι που υπήρχε, ήταν όμως άγνωστο, κάνω μια ανακάλυψη Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
Links
EL
Βρίσκω κάτι που υπήρχε, ήταν όμως άγνωστο, κάνω μια ανακάλυψη Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations