bn:00027529n
Noun Concept
Categories: Γνώση, Μάθηση
EL
ανακάλυψη  εύρεση  Ανακαλύψεις  Ανακάλυψις  εθεάθη
EL
Η ενέργεια του ανακαλύπτω, βρίσκω κάτι Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources