bn:00087259v
Verb Concept
EL
συρματοποιώ
EL
Δίνω σε ένα μέταλλο τη μορφή σύρματος με τη μέθοδο του εφελκυσμού Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
Links
EL
Δίνω σε ένα μέταλλο τη μορφή σύρματος με τη μέθοδο του εφελκυσμού Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet