bn:00089351v
Verb Concept
EL
σκοράρω  σκοράρει
EL
(αθλ.) σημειώνω βαθμούς σε μια αθλητική συνάντηση Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
(αθλ.) σημειώνω βαθμούς σε μια αθλητική συνάντηση Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations