bn:00008606n
Noun Concept
Categories: Αμυλούχοι καρποί, Ποοειδή, Τρόφιμα πρώτης ανάγκης, Δημητριακά, Χλωρίδα της Ασίας
EL
κριθάρι  Κριθή
EL
Δημητριακό που μοιάζει με το σιτάρι, έχοντας πιο φωτεινό πράσινο χρώμα και του οποίου οι κόκκοι χρησιμοποιούνται στη διατροφή του ανθρώπου, στη ζυθοποιία, σε υποκατάστατα του καφέ και ως ζωοτροφή Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Δημητριακό που μοιάζει με το σιτάρι, έχοντας πιο φωτεινό πράσινο χρώμα και του οποίου οι κόκκοι χρησιμοποιούνται στη διατροφή του ανθρώπου, στη ζυθοποιία, σε υποκατάστατα του καφέ και ως ζωοτροφή Greek Open Multilingual WordNet
Το κριθάρι είναι δημητριακός καρπός του αγγειόσπερμου, μονοκοτυλήδονου φυτού του είδους Κριθή η κοινή της οικογένειας των Ποοειδών ή Αγρωστωδών. Wikipedia
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
Wikidata
OmegaWiki
Wikipedia Redirections
Wikipedia Translations