bn:00013352n
Noun Concept
Categories: Εργαλεία καθαρισμού, Εργαλεία
EL
σκούπα  σάρωθρο  σκούπες
EL
Εργαλείο του νοικοκυριού, συνήθως με μακρύ χέρι και θυσανωτή άκρη, με το οποίο απομακρύνουμε από το πάτωμα σκόνες, σκουπίδια κ.τ.λ. Greek Open Multilingual WordNet
English:
Harry Potter
tool
Definitions
Relations
Sources
EL
Εργαλείο του νοικοκυριού, συνήθως με μακρύ χέρι και θυσανωτή άκρη, με το οποίο απομακρύνουμε από το πάτωμα σκόνες, σκουπίδια κ.τ.λ. Greek Open Multilingual WordNet
Το σάρωθρο, κοινώς σκούπα, είναι ένα ευρύτατης χρήσης εργαλείο καθαρισμού. Wikipedia
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
Wikidata
Wiktionary
Wikipedia Redirections
Wikipedia Translations