bn:00015120n
Noun Concept
EL
καναδέζικη δαμασκηνιά  prunus nigra  καναδάς δαμάσκηνο
EL
Μικρό δένδρο της βορειοανατολικής Αμερικής που παράγει στενόμακρους κοκκινωπούς καρπούς Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Μικρό δένδρο της βορειοανατολικής Αμερικής που παράγει στενόμακρους κοκκινωπούς καρπούς Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet