bn:00022305n
Noun Concept
EL
ελεγχόμενη ουσία  ελεγχόμενης ουσίας  ελεγχόμενες ουσίες
EL
Ναρκωτικά ή χημικές ουσίες των οποίων η χρήση και κατοχή ελέγχονται από το νόμο Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources