bn:00015287n
Noun Concept
Categories: Βότανα, Ψυχοτρόπες ουσίες, Φάρμακα
EL
κάνναβη  μαριχουάνα  γκάντζα  stoner  κάνναβης
EL
Μείγμα από αποξηραμένα φύλλα και άνθη ινδικής κάνναβης, το οποίο χρησιμοποιείται ως ναρκωτικό Greek Open Multilingual WordNet
English:
etymology
word
drug
Definitions
Relations
Sources
EL
Μείγμα από αποξηραμένα φύλλα και άνθη ινδικής κάνναβης, το οποίο χρησιμοποιείται ως ναρκωτικό Greek Open Multilingual WordNet
Η κάνναβη, γνωστή και ως μαριχουάνα και γκάντζα, μεταξύ πολλών άλλων ονομάτων, αναφέρεται σε οποιοδήποτε αριθμό παρασκευασμάτων του φυτού Κάνναβη που προορίζονται για χρήση ως ψυχοδραστικό φάρμακο. Wikipedia
Το φυτό και τα παράγωγά του που προορίζονται για χρήση ως ψυχοδραστικό φάρμακο Wikidata
Greek Open Multilingual WordNet
Wikidata
OmegaWiki
Wikipedia Redirections