bn:00026454n
Noun Concept
Categories: Φλεγμονές, Αυτοάνοσες ασθένειες, Δερματικές ασθένειες
EL
δερματίτιδα  δερρατίτις
EL
Οξεία φλεγμονή του δέρματος που προκαλείται από διάφορες αιτίες (λ .χ. παρατεταμένη έκθεση σε ακτινοβολία, προσβολή από μικρόβια, χημικές ουσίες κ.λπ.) Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Οξεία φλεγμονή του δέρματος που προκαλείται από διάφορες αιτίες (λ .χ. παρατεταμένη έκθεση σε ακτινοβολία, προσβολή από μικρόβια, χημικές ουσίες κ.λπ.) Greek Open Multilingual WordNet
Η δερματίτιδα είναι φλεγμονή του δέρματος, που συνήθως χαρακτηρίζεται από κνησμό, ερυθρότητα και εξάνθημα. Wikipedia
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
Wiktionary
Wikidata Alias
WordNet Translations
Wikipedia Translations