bn:00036718n
Noun Concept
Categories: Τεχνικές μαγειρέματος
EL
τηγάνισμα  σοτάρισμα  sautee  sauteeing  σοτάρετε
EL
Η ενέργεια του τηγανίζω, τηγάνισμα σε λάδι ή λίπος Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Η ενέργεια του τηγανίζω, τηγάνισμα σε λάδι ή λίπος Greek Open Multilingual WordNet
Το τηγάνισμα είναι μαγειρική τεχνική που χρησιμοποιείται εδώ και χιλιετίες. Wikipedia
Σοτάρισμα είναι μέθοδος μαγειρικής που χρησιμοποιεί μια σχετικά μικρή ποσότητα λαδιού ή λίπους σε ένα ρηχό τηγάνι σε σχετικά υψηλή φωτιά. Wikipedia