bn:00048188n
Noun Concept
Categories: Ομορφιά και καλλωπισμός
EL
κόσμημα  κοσμήματα  στολίδι  κοσμηματοπωλεία
EL
Μικρών διαστάσεων αντικείμενο επεξεργασμένο με τέχνη και φαντασία, συνήθως από πολύτιμο μέταλλο και πολύτιμους ή ημιπολύτιμους λίθους, το οποίο φοριέται για στόλισμα, κυρίως από γυναίκες, στο λαιμό, στα χέρια, στα αυτιά κ.τ.λ., ως περιδέραιο, βραχιόλι, δαχτυλίδι, σκουλαρίκι κ.τ.λ. Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Μικρών διαστάσεων αντικείμενο επεξεργασμένο με τέχνη και φαντασία, συνήθως από πολύτιμο μέταλλο και πολύτιμους ή ημιπολύτιμους λίθους, το οποίο φοριέται για στόλισμα, κυρίως από γυναίκες, στο λαιμό, στα χέρια, στα αυτιά κ.τ.λ., ως περιδέραιο, βραχιόλι, δαχτυλίδι, σκουλαρίκι κ.τ.λ. Greek Open Multilingual WordNet
Ένα κόσμημα αποτελείται από μικρά διακοσμητικά αντικείμενα που φοριούνται για τον προσωπικό στολισμό, όπως καρφίτσες, δαχτυλίδια, περιδέραια, σκουλαρίκια, μενταγιόν, βραχιόλια και μανικετόκουμπα. Wikipedia
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
Wikidata
Wiktionary
WordNet Translations