bn:00054616n
Noun Concept
Categories: Αναερόβια πέψη, Αλκάνια, C1
EL
μεθάνιο  74-82-8  CH4  MeH
EL
Αέριο άχρωμο, εύφλεκτο και με χαρακτηριστική οσμή που ανήκει στη σειρά των υδρογονανθράκων και χρησιμοποιείται σαν καύσιμο Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Αέριο άχρωμο, εύφλεκτο και με χαρακτηριστική οσμή που ανήκει στη σειρά των υδρογονανθράκων και χρησιμοποιείται σαν καύσιμο Greek Open Multilingual WordNet
Το μεθάνιο είναι δυαδική οργανική χημική ένωση με μοριακό τύπο CH4, δηλαδή το μόριό του αποτελείται από ένα άτομο άνθρακα και τέσσερα άτομα υδρογόνου. Wikipedia
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
Wikidata
OmegaWiki
Wikipedia Redirections
EL
Wikidata Alias
EL
WordNet Translations
Wikipedia Translations