bn:00079460n
Noun Concept
EL
κόλπος  κολπική  κόλπου
EL
Ινομυώδης σωλήνας που φέρνει σε επικοινωνία τη μήτρα με το εξωτερικό. Είναι το όργανο συνουσιασμού της γυναίκας, εφόσον δέχεται το πέος κατά την ερωτική επαφή ενώ, παράλληλα, είναι και η έξοδος του εμβρύου κατά τον τοκετό Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Ινομυώδης σωλήνας που φέρνει σε επικοινωνία τη μήτρα με το εξωτερικό. Είναι το όργανο συνουσιασμού της γυναίκας, εφόσον δέχεται το πέος κατά την ερωτική επαφή ενώ, παράλληλα, είναι και η έξοδος του εμβρύου κατά τον τοκετό Greek Open Multilingual WordNet
Μέρος των θηλυκών εσωτερικών αναπαραγωγικών οργάνων Wikidata
Greek Open Multilingual WordNet
Wikidata
OmegaWiki
WordNet Translations
Wikipedia Translations