bn:00079663n
Noun Concept
Categories: Λαχανικά, Τύποι φαγητού
EL
λαχανικό  ζαρζαβατικό  λαχανικά  ριζώδες λαχανικό  veggie
EL
Κάθε είδος φαγώσιμου χόρτου, ιδίως κηπευτικού, ζαρζαβατικό Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Κάθε είδος φαγώσιμου χόρτου, ιδίως κηπευτικού, ζαρζαβατικό Greek Open Multilingual WordNet
Ο όρος λαχανικό αναφέρεται στο νωπό φαγώσιμο τμήμα ενός φυτού, που προορίζεται για κατανάλωση. Wikipedia
βρώσιμο φυτό ή μέρος φυτού, που χρησιμοποιείται στη μαγειρική Wikidata
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
Wikidata
Wikidata Alias
WordNet Translations
Wikipedia Translations