bn:00080358n
Noun Concept
Categories: Αθλήματα
EL
περπάτημα  περίπατος
EL
Η ενέργεια του να πηγαίνω κάπου με τα πόδια Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Η ενέργεια του να πηγαίνω κάπου με τα πόδια Greek Open Multilingual WordNet
Το περπάτημα είναι ένα από τους κύριους διασκελισμούς της μετακίνησης αναμεταξύ των σκελών του ζώου η του ανθρώπου, και είναι πιο αργή από το τρέξιμο και άλλων ειδών διασκελισμών. Wikipedia
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
Wikidata