bn:00018455n
Noun Concept
EL
αστεροειδής γλυκάνισος  γλυκάνισο  αστέρι γλυκάνισο
EL
Ετήσιο ποώδες φυτό, οι αρωματικοί καρποί του οποίου χρησιμοποιούνται ως καρύκευμα (ιδίως στο ψωμί), στη φαρμακευτική (στην παρασκευή αντιβηχικών) και τα σπέρματά του ως αρωματικό στο ούζο, τη ρακή κ .ά. Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Ετήσιο ποώδες φυτό, οι αρωματικοί καρποί του οποίου χρησιμοποιούνται ως καρύκευμα (ιδίως στο ψωμί), στη φαρμακευτική (στην παρασκευή αντιβηχικών) και τα σπέρματά του ως αρωματικό στο ούζο, τη ρακή κ .ά. Greek Open Multilingual WordNet
Greek Open Multilingual WordNet
WordNet Translations