bn:00020714n
Noun Concept
Categories: Ανθρωπογεωγραφία
EL
έποικος  άποικος  αποίκους
EL
Ο κάτοικος αποικίας ή αυτός που μεταναστεύει, που έχει εγκατασταθεί σε άλλη χώρα Greek Open Multilingual WordNet
English:
Russia
Definitions
Relations
Sources
EL
Ο κάτοικος αποικίας ή αυτός που μεταναστεύει, που έχει εγκατασταθεί σε άλλη χώρα Greek Open Multilingual WordNet
Με τον όρο "έποικος" αναφέρεται το άτομο που εγκαθίσταται μόνιμα σε περιοχές έξω από τον εθνικό του χώρο, οι οποίες είναι ήδη κατοικημένες από άλλους. Wikipedia
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
Wikidata
WordNet Translations
Wikipedia Translations