bn:00065883n
Noun Concept
Categories: Θέρμανση, Υδραυλικές εγκαταστάσεις, Ενεργειακή τεχνολογία
EL
καλοριφέρ  θερμαγωγός
EL
Θερμάστρα που αποτελείται από σειρές σωλήνων στις οποίες ανακυκλώνεται ο ατμός ή το ζεστό νερό για να ζεσταθεί δωμάτιο ή κτίριο Greek Open Multilingual WordNet
English:
heating
Definitions
Relations
Sources
EL
Θερμάστρα που αποτελείται από σειρές σωλήνων στις οποίες ανακυκλώνεται ο ατμός ή το ζεστό νερό για να ζεσταθεί δωμάτιο ή κτίριο Greek Open Multilingual WordNet
Το καλοριφέρ είναι ένα μέσο θέρμανσης. Wikipedia
Μέσω θέρμανσης Wikidata
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
Wikidata
Wiktionary
Wikidata Alias
Wikipedia Translations