bn:00003817n
Noun Concept
Categories: Χαβανέζικη κουζίνα, Καλλωπιστικά φυτά, Εδώδιμα φρούτα, Χλωρίδα της Νότιας Αμερικής, Χλωρίδα της Παραγουάης
EL
ανανάς  ανανάς ο εύκομος  ανανιά  ananas comosus  ανανά
EL
Τροπικό φυτό, με καρπούς χυμώδεις, υπόξινους, με αρωματική κίτρινη σάρκα και με σκληρό φολιδωτό και αγκαθωτό περίβλημα που καταλήγει σε θύσανο Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Τροπικό φυτό, με καρπούς χυμώδεις, υπόξινους, με αρωματική κίτρινη σάρκα και με σκληρό φολιδωτό και αγκαθωτό περίβλημα που καταλήγει σε θύσανο Greek Open Multilingual WordNet
Ο Ανανάς είναι ποώδες τροπικό φυτό με πολλαπλούς βρώσιμους καρπούς που αποτελείται από συνενωμένα μούρα, και το πιο σημαντικό από οικονομική άποψη φυτό της οικογένειας των Βρομελιοειδών. Wikipedia
είδος φυτού Wikidata
Greek Open Multilingual WordNet
Wikidata
Wiktionary
Wikipedia Redirections
Wikidata Alias
Wikipedia Translations