bn:00010369n
Noun Concept
Categories: Χλωρίδα της Ασίας, Χλωρίδα της Βόρειας Αμερικής, Φρούτα του δάσους, Ερεικοειδή, Ευρωπαϊκή χλωρίδα
EL
μύρτιλο  φυτό γένους vaccinium  Μύρτιλλο  blaeberry  vaccinium myrtillus
EL
Είδος βατόμουρου που συναντάται στην Ευρώπη και έχει διάσπαρτα λουλούδια και μπλε-μαύρους καρπούς Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Είδος βατόμουρου που συναντάται στην Ευρώπη και έχει διάσπαρτα λουλούδια και μπλε-μαύρους καρπούς Greek Open Multilingual WordNet
Το Μύρτιλο είναι ένα από τα διάφορα είδη φυτών χαμηλής ανάπτυξης της οικογενείας των Ερεικοειδών, παρά την επιστημονική του ονομασία που υποδηλώνει ότι ανήκει στα μυρτοειδή. Wikipedia
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
Wikidata
Wikipedia Redirections
WordNet Translations