bn:00044197n
Noun Concept
Categories: Ανατομία
EL
ισχίο  γοφός
EL
Το γύρω από την άρθρωση των μηριαίων οστών μέρος του σώματος Greek Open Multilingual WordNet
Definitions
Relations
Sources
EL
Το γύρω από την άρθρωση των μηριαίων οστών μέρος του σώματος Greek Open Multilingual WordNet
Στην ανατομία των σπονδυλωτών, το ισχίο αναφέρεται είτε σε ανατομική περιοχή είτε σε άρθρωση. Wikipedia
Greek Open Multilingual WordNet
Wikipedia
Wikidata